- ἀπράγμονα
- ἀπρά̱γμονα , ἀπράγμωνfree from businessneut nom/voc/acc plἀπρά̱γμονα , ἀπράγμωνfree from businessmasc/fem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
безизмѣникъ — БЕЗИЗМѢНИК|Ъ (1*), А с. Вм. безимѣникъ (?). То же, что безимѣньникъ: и быти безградникоу... нестѩжателю имоущю житиѩ. безъизмѣникоу. несъбесѣдникоу (ἀπράγμονα) ΚΡ 1284, 194б … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
κούφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 2 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου της Σιθωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τορώνης. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. 2. Πεδινός… … Dictionary of Greek